quarentenar - translation to ρωσικά
Diclib.com
Λεξικό ChatGPT
Εισάγετε μια λέξη ή φράση σε οποιαδήποτε γλώσσα 👆
Γλώσσα:

Μετάφραση και ανάλυση λέξεων από την τεχνητή νοημοσύνη ChatGPT

Σε αυτήν τη σελίδα μπορείτε να λάβετε μια λεπτομερή ανάλυση μιας λέξης ή μιας φράσης, η οποία δημιουργήθηκε χρησιμοποιώντας το ChatGPT, την καλύτερη τεχνολογία τεχνητής νοημοσύνης μέχρι σήμερα:

  • πώς χρησιμοποιείται η λέξη
  • συχνότητα χρήσης
  • χρησιμοποιείται πιο συχνά στον προφορικό ή γραπτό λόγο
  • επιλογές μετάφρασης λέξεων
  • παραδείγματα χρήσης (πολλές φράσεις με μετάφραση)
  • ετυμολογία

quarentenar - translation to ρωσικά


quarentenar vi      
подвергаться карантину, быть на карантине
quarentena         
  • peste]] no séc. XVII.
INTERVENÇÃO EPIDEMIOLÓGICA PARA A RESTRIÇÃO DO MOVIMENTO DE PESSOAS E BENS COM INTENÇÃO DE PREVENIR A DISPERSÃO DE DOENÇAS INFECCIOSAS E PESTES
Praga quarentenária
карантин
Quarentena (1- restrição de liberdade dos animais portadores ou dos que sofreram exposição às doenças contagiosas, em geral, permanecem em observação durante 40 dias, que é o período mais longo de incubação das doenças; 2- local onde os animais permanecem detidos)      
карантин (1 – ограничение свободы животных-носителей или подвергшихся воздействию заразных заболеваний; как правило, находятся под наблюдением в течение 40 дней, что составляет самый длительный инкубационный период болезней; 2 – место, где содержатся животные)

Ορισμός

Quarentenar
v. i.
Fazer quarentena, (falando-se de viajantes que chegam de países estranhos).